15/5/11

Αφιέρωμα στο Μάη του 68

Το ΄68 και ο κομμουνισμός τότε και έκτοτε. Η εξέγερση του Μάη υπήρξε το πιο ουσιώδες και ριζικό εγχείρημα πρακτικής διεκδίκησης της συλλογικότητας, της πολύπλευρης δραστηριότητας, του δικαιώματος στην τεμπελιά, του αντικαταναλωτισμού.

Του Χρήστου Λάσκου



Το μεγάλο ερώτημα είναι το εξής: αν ο Μάης του ’68 ήταν το τέλος μιας εποχής, σηματοδοτώντας ... την οριστική έκλειψη των μεγάλων επαναστατικών γεγονότων που ξεκίνησαν με την Οκτωβριανή Επανάσταση, πού βρισκόμαστε σήμερα;
Σ. Ζίζεκ

 
Πράγματι, το μεγάλο ερώτημα για μας είναι αυτό που θέτει ο Ζίζεκ στο προηγούμενο παράθεμα. Τι ήταν αυτό που συνέβη τότε και πόσο μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμε τι συμβαίνει σήμερα και τι να κάνουμε μ’ αυτό το σήμερα.

Για τον ίδιο το Ζίζεκ, ο πυρήνας του ’68 ήταν μια απόρριψη ολόκληρου του φιλελευθερο-καπιταλιστικού συστήματος, που αποτυπώθηκε, με τον καλύτερο τρόπο στο σύνθημα «Να είμαστε ρεαλιστές να ζητάμε το αδύνατο». Επρόκειτο, λοιπόν, για μια εξέγερση του ριζικότερου είδους, για ένα επαναστατικό γεγονός τέτοιας εμβέλειας που υπερκέρασε στα λόγια που ακούστηκαν και στις πράξεις που αναλήφθηκαν σχεδόν ό,τι ήταν γνωστό μέχρι τότε. Η αδυναμία της τότε κυρίαρχης αριστεράς να συμμετάσχει ουσιαστικά σε αυτό που συνέβαινε μπροστά της και δίπλα της είναι ακριβώς συνέπεια αυτής της ριζικότητας. Το ανοίκειο του πράγματος υπήρξε πραγματικά εντυπωσιακό. Τη στιγμή που πολλές μυριάδες άνθρωποι τραγουδούσαν τη Διεθνή σε κάθε περίσταση και σε όλους τους τόπους, την ώρα που συνέβαινε η μεγαλύτερη εργατική απεργία όλων των εποχών, ένα πολύ μεγάλο τμήμα της γαλλικής αριστεράς, με προεξάρχον το ΚΚ, λοιδωρούσε και εχθρεύονταν. Δεν μπορούσε να καταλάβει αυτό που κατά πολύ την ξεπερνούσε. Από καμιά άποψη δεν ήταν προετοιμασμένη, αν και το πλήθος αξιοποιούσε σε μεγάλο βαθμό τα δικά της σύμβολα. Αυτό το γεγονός υπήρξε μια από τις ισχυρότερες αποδείξεις του επαναστατικού χαρακτήρα του Μάη.

Η Ροσάνα Ροσάντα είναι εξαιρετικά σαφής όταν σημειώνει πως η «γενιά» που ξεσηκώθηκε τότε δεν αντιτάσσονταν πλέον στην «αντίδραση», αλλά σε ολόκληρη την αρχιτεκτονική του καπιταλιστικού συστήματος: «[ε]μείς λέγαμε δικαίωμα στις σπουδές, αυτοί έκαναν επίθεση στο σχολείο ως όργανο διαμόρφωσης της συναίνεσης, εμείς λέγαμε δικαίωμα στην εργασία, αυτοί ήθελαν το τέλος της μισθωτής εργασίας, εμείς θέλαμε περισσότερη αναδιανεμητική δικαιοσύνη κι αυτοί περιφρονούσαν την κατανάλωση ... Ήταν το πρώτο κύμα που αμφισβητούσε τον προοδευτισμό ... Οι αγωνιστές του ’68 ήταν ελευθεριακοί, ενάντια στους αστούς, ενάντια στο σύστημα, αντικαπιταλιστές και αντιιμπεριαλιστές ...».

Ο Μάης του ’68, λοιπόν, υπήρξε ένα κορυφαίο επαναστατικό γεγονός. Όλες οι ερμηνείες που επιχείρησαν στα μετέπειτα χρόνια και μέχρι και σήμερα να αμφισβητήσουν τον επαναστατικό του χαρακτήρα, από αυτές του Λιποβετσκί και των Ρενώ –Φερύ, έως την κατά πολύ σοβαρότερη περίπτωση της κριτικής του Μισεά στην πραγματικότητα βασίστηκαν σε έναν θεωρητικά ελαφρύ εγελιανισμό: άλλο νόμιζαν οι αγωνιστές του Μάη κι άλλο στ’ αλήθεια έκαναν, για καλό ή για κακό. Η πανουργία της ιστορίας τα έφερε έτσι που η «μεγάλη άρνηση» του καπιταλισμού έκανε τον καπιταλισμό ισχυρότερο από ποτέ, τα εξεγερσιακά συνθήματα έγιναν η καλύτερη έμπνευση γαι τους διαφημιστές, η αντιαυταρχική αγωγή έφερε τον πιο κτηνώδη ανταγωνισμό και, μ’ αυτά και μ’ αυτά, ο παλιός κόσμος τον οποίο άφηνε πίσω του τρέχοντας ο σύντροφος αντικαταστάθηκε από τον κόσμο του πιο ακραίου ατομικισμού. Άρα η «Επανάσταση» αυτή ήταν σκέτο καρναβάλι χωρίς, μάλιστα, καμιά από τις θετικές συνδηλώσεις που η παγκόσμια αυτή λαϊκή γιορτή έχει στην πραγματικότητα.

Αυτή η «εκ του αποτελέσματος» κριτική, ωστόσο, είναι ελάχιστα κριτική στο μέτρο που εμφανίζει ως νομοτελειακό αποτέλεσμα του υπο συζήτηση συμβάντος την κατάσταση του κόσμου μας έκτοτε. Εκτός του ότι ο ελάχιστα υποκρυπτόμενος ντετερμινισμός αυτών των ερμηνειών είναι τόσο κριτικός όσο κι εκείνος ο, αλήστου μνήμης, ο οποίος όλα τα έσφαζε κι όλα τα μαχαίρωνε με τις «παραγωγικές δυνάμεις», επιπλέον, αναποδογυρίζει την ιστορία με αληθινά προκλητικό τρόπο. Το ’68 αν συνδέεται με κάποιον τρόπο με τη σημερινή πραγματικότητα του καπιταλισμού είναι μέσα από την προσπάθειά του να τον αμφισβητήσει και να τον ανατρέψει. Αν ο σημερινός καπιταλισμός περισσότερο παρά ποτέ έχει επιβάλει τις αξίες του ατομικισμού, της οικονομίας, της απόδοσης, της κατανάλωσης, η εξέγερση του Μάη υπήρξε το πιο ουσιώδες και ριζικό εγχείρημα πρακτικής διεκδίκησης της συλλογικότητας, της πολύπλευρης δραστηριότητας, του δικαιώματος στην τεμπελιά, του αντικαταναλωτισμού. Και, μ’ αυτήν την έννοια, ο σαχλαμαρίστικος εγελιανισμός των ερμηνειών του τύπου αυτού αγνοεί πως το μεγάλο εκείνο κίνημα δεν νίκησε, για να επιβάλλει τη δική του ρότα στην ανθρώπινη ιστορία, αλλά ηττήθηκε. Κι έτσι ήταν ο αντίπαλος που έφτιαχνε την ιστορία κατ’ εικόνα και ομοίωση των συμφερόντων του. Συνηθισμένη κατάληξη και συνηθισμένη ερμηνεία: για όλα τα κακά είναι οι ηττημένοι που ευθύνονται. Άλλωστε, τι ηττημένοι θα ήταν αν δεν μπορούσες να τους προσάψεις τα πάντα. Έστω κι αν καταλήγεις στο παρανοϊκό αποτέλεσμα να θεωρείς τους υποστηρικτές των εργατικών συμβουλίων αποστόλους του ναρκισσισμού και του ατομικισμού.
Νομίζω πως, χωρίς αμφιβολία, είναι ο Ζίζεκ και η Ροσάντα που έχουν το δίκιο με το μέρος τους. Ο Μάης του ’68 υπήρξε ένα από τα κορυφαία επαναστατικά συμβάντα στην ιστορία του καπιταλισμού. Ίσως, μάλιστα, να ήταν και το ριζοσπαστικότερο όλων αν κρίνουμε από τις προσδοκίες όσων συμμετείχαν ενεργά. Ο Μάης, όμως, ηττήθηκε κι αυτό δεν συνιστά πρωτοτυπία για τα επαναστατικά εγχειρήματα, τα οποία μέχρι σήμερα συνήθως ηττώνται. Αυτό που, νομίζω, συνιστά πρωτοτυπία είναι η σύνθεση που αποτελούν οι οδηγητικές ιδέες των ανθρώπων που ενεπλάκησαν, η σύνθεση, δηλαδή, κομμουνιστικών και ελευθεριακών ιδεών. Όπως πολύ πειστικά υποστηρίζει ο Ντoμινίκ Λεκούρ (The Mediocracy: French Philosophy since the mid -1970s, Verso Books, 2001), το «επεξεργασμένο» παρελθόν αυτών των ιδεών έχει και Αλτουσέρ και Ντεμπόρ. Και έχει μεγάλη αξία που αυτός, ένας αλτουσεριανός, αναγνωρίζει την τεράστια αξία των σιτουασιονιστών. Γενικά, αυτό συνιστά μεγάλο παράδοξο για πολλούς, αλλά ο Λεκούρ δείχνει πως καθόλου δεν θα έπρεπε κανονικά. Και ο καλύτερος δείκτης αυτού είναι το γεγονός πως, αμέσως μετά το ’68, τόσο ο Αλτουσέρ όσο και ο Ντεμπόρ συγχρονίζονται σε μια διαδικασία μεγάλης αλλαγής. Ο πρώτος εγκαταλείπει την εικόνα της φιλοσοφίας ως «θεωρίας της θεωρητικής πρακτικής» υπέρ μιας άποψης για «ταξική πάλη στο πεδίο της θεωρίας», ενώ ο δεύτερος διαλύει την Καταστασιακή Διεθνή μπροστά στον κίνδυνο ο σιτουασιονισμός να εκφυλιστεί σε μια ιδεολογία των στελεχών, μια ιδεολογία κατάλληλη για ένα «καταγέλαστο δυτικό «σοσιαλιστικό» κόμμα που προβάλλει με φαιδρό τρόπο την «αλλαγή της ζωής»». Κανένας από τους δύο δεν εγκατέλειψε την υπόθεση.
Ο Αλαίν Μπαντιού πρόσφατα (The Communist Hypothesis, New Left Review, 49), απαντώντας στο αρχικό ερώτημα του Ζίζεκ –«πού βρισκόμαστε σήμερα;»- ισχυρίζεται πως είμαστε στην εκκίνηση της τρίτης φάσης της κομμουνιστικής υπόθεσης, η οποία μοιάζει περισσότερο με αυτήν του 19ου αι., την ιδρυτική, όταν το μείζον ερώτημα αφορούσε την ύπαρξή της υπόθεσής μας. Ο Μάης του ’68 σε αυτήν την θεώρηση είναι, πράγματι, το τελικό επεισόδιο της δεύτερης φάσης, αυτής των μεγάλων επαναστατικών εγχειρημάτων του 20ου αι., που επιχείρησαν να κερδίσουν την νίκη για την κομμουνιστική υπόθεση –και σε αρκετές περιπτώσεις έμοιαζε να πλησίασαν στον στόχο. Και ως τελευταίο επεισόδιο αυτής της επαναστατικής φάσης είναι και λίγο πρώτο της επόμενης, όπου και πάλι αυτό που διακυβεύεται είναι η ύπαρξη. Η σύνθεση των ιδεών που συνάρπασαν τον κόσμο το ’68, με μια έννοια, επανέφερε τα πράγματα όντως στην αρχή. Μόνο που η επιστροφή στην αρχή σήμαινε ένα κολοσσιαίο εμπλουτισμό αυτού που ήταν μέχρι τότε το επαναστατικό κίνημα. Είναι πολύ ενδεικτικό ένα σύνθημα σε τοίχο του Παρισιού τότε, όπου η Jeneusse Marxiste Pessimiste ( Πεσσιμιστική Μαρξιστική Νεολαία) υπέγραφε κάτω από το «Ζήτω η Διεθνής Ένωση των Εργατών» (η Α΄ Διεθνής).

Οι πεσιμιστές μαρξιστές το έθεταν σωστά. Γιατί το παγκόσμιο ’68 μας υποδεικνύει ξανά τη δυνατότητα, εκτός από την ανάγκη, για παγκόσμια δράση των εκμεταλλευόμενων. Κι αυτό ειδικά σήμερα, στον καιρό της μεγαλύτερης ίσως καπιταλιστικής κρίσης στην ιστορία, είναι απολύτως κρίσιμο πολιτικά. Ακόμη κι αν θεωρήσουμε πως ο Μαρξ ποιητική αδεία έγραφε στη Γερμανική Ιδεολογία πως «ο κομμουνισμός είναι δυνατός μονάχα σαν πράξη των κυρίαρχων λαών μονομιάς και ταυτόχρονα [σε ολόκληρο τον κόσμο]» κάτι ήθελε να υπογραμμίσει, ωστόσο. Το ’68 έδειξε πώς αυτό επιδιώκεται στην πράξη τη στιγμή ακριβώς που κανείς δεν το προβλέπει.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου