Ένα δημοσκοπικό εύρημα των τελευταίων μηνών, που φαίνεται να επιμένει σε βαθμό να θεωρηθεί πλέον πως αφορά μια αληθή τάση της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, είναι η μεγάλη ενίσχυση της ΔΗΜΑΡ – στην τελευταία μέτρηση της Public Issue σχεδόν κατέγραψε ποσοστά που την προαλείφουν για αξιωματική αντιπολίτευση.
Τι συμβαίνει, λοιπόν, εδώ; Τι είναι αυτό που ωθεί ένα σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος σε αυτό το πολιτικό κόμμα; Ας μην βιαστούμε να πούμε πως οι μετρήσεις γίνονται σε μια περίοδο κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ, κι ότι αυτή η τελευταία δεν μπορεί παρά να ελεγχθεί σε κάποιο βαθμό, πράγμα που θα στερήσει από τη ΔΗΜΑΡ μεγάλο μέρος της τωρινής εκλογικής της δυναμικής. Πρώτον, διότι δεν είναι απαραίτητο να συμβεί κάτι τέτοιο: το ΠΑΣΟΚ μπορεί και να καταρρεύσει εντελώς. Δεύτερον, διότι η πρόβλεψη για το μέλλον δεν μας απαλλάσσει από την ανάγκη να τοποθετηθούμε στο παρόν.
Ας δούμε, λοιπόν, δυο-τρία πράγματα που ξέρουμε γι’ αυτό.
Πράγματι η ΔΗΜΑΡ είναι ο βασικός υποδοχέας της πρόθεσης ψήφου ενός μεγάλου τμήματος πρώην ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Δεν πρόκειται για δημοσκοπική φαντασίωση, ανεξάρτητα από την τελική έκβαση αυτής της διαδικασίας, όπως θα καταγραφεί στην κάλπη. Και αυτό δεν συνιστά έκπληξη. Τα στοιχεία που κάνουν ελκυστική τη ΔΗΜΑΡ σε αυτόν τον κόσμο είναι αυτά της «υπευθυνότητας», της «μετριοπάθειας» και της «εκσυγχρονιστικής διάθεσης» να τα βάλει με τα κακώς κείμενα της ελληνικής πραγματικότητας, χωρίς «ιδεολογισμούς» και ιδεοληψίες, χωρίς εν τέλει «προκαταλήψεις» οποιουδήποτε είδους. Τα στοιχεία, δηλαδή, που περίπου διέθετε ο σημιτικός εκσυγχρονισμός, και τα οποία οι συγκεκριμένοι ψηφοφόροι, παρά τους ευσεβείς πόθους πολλών και ανάμεσά μας, κάθε άλλο παρά έχουν απορρίψει.
Η ΔΗΜΑΡ είναι «Αριστερά», αλλά δεν παρεκτρέπεται. Είναι «αντιμνημονιακή», αλλά κατανοεί πως το μείζον είναι η «ευρωπαϊκή μας προοπτική». Είναι «αντιπολίτευση», αλλά ενδιαφέρεται να «συμβάλει με όλους μαζί στη λύση των προβλημάτων». Πολύ ελκυστικός πράγματι προορισμός για όσους, ακόμη κι αν πλήττονται από την παρούσα πολιτική, δεν μπορούν, προσώρας, να σκεφτούν χωρίς φόβο μια συγκρουσιακή επιλογή.
Οι εκλογικές προοπτικές, επομένως, της ΔΗΜΑΡ είναι πολύ καλές ακριβώς στο μέτρο που αναγνωρίζεται ως «κεντροαριστερά» – πολύ περισσότερο, μάλιστα, που ως «Αριστερά» δεν έχει χώρο αναφοράς. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως και η ανανεωτική –όχι μόνο η ριζοσπαστική– Αριστερά εκπροσωπείται απολύτως πλειοψηφικά από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι τυχαίο πως η ίδια δημοσκόπηση που ανεβάζει τη ΔΗΜΑΡ στα ύψη, δείχνει πως μόνο το 10% των προηγούμενων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ θα την προτιμήσει στην κάλπη. Κι αυτό είναι ένα ακόμη επιχείρημα που ενισχύει την προηγούμενη θέση: οι άνθρωποι της ανανεωτικής Αριστεράς δεν είναι «κεντροαριστεροί» και γι’ αυτό δεν πολυενδιαφέρονται για τη ΔΗΜΑΡ.
Η επιλογή, λοιπόν, της ΔΗΜΑΡ σε ό, τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται είναι η πλέον ορθολογική. Η διάθεσή της να δείχνει παντού και πάντοτε πόσο «υπεύθυνη» και «αμερόληπτη» είναι δίνει το σωστό σήμα στο σωστό ακροατήριο: όχι κοινωνικές –δηλαδή, ταξικές– μεροληψίες, όχι εξαλλοσύνες. Ακόμη και τώρα, στη μέγιστη έξαρση της κρίσης, μετράει ο «διάλογος», η «συμβολή», η «ευθύνη», που δεν μπορεί παρά να είναι πάντα «εθνική ευθύνη». Η σύγκρουση βλάπτει πάντοτε – πολύ περισσότερο που το θέμα είναι ο ουδέτερος εκσυγχρονισμός, χωρίς τον οποίο δεν μπορεί η «χώρα» να βγει από τα αδιέξοδά της. Και δεδομένου ότι έτσι έχουν τα πράγματα, οι πραγματικοί διερμηνευτές της βαθιάς ψυχής της ΔΗΜΑΡ, περισσότερο από τον Φώτη Κουβέλη, είναι οι ταλιμπάν εκσυγχρονιστές, που δεν άντεξαν το …συριζισμό της και αποχώρησαν.
Δεν είναι τυχαίο πως η ανάλυση της κρίσης από μέρους της ΔΗΜΑΡ, αλλά και ολόκληρου του εκσυγχρονιστικού τόξου, απορρίπτει οποιαδήποτε ταξική αναφορά και προβάλλει τις «αναγκαιότητες» που προκύπτουν «εκ των πραγμάτων». Χαρακτηριστικός λόγος του είδους αυτού είναι τα άρθρα του Γιάννη Βούλγαρη, ο οποίος, εκτός των άλλων, με όλο τον ευρωπαϊσμό του, δείχνει έμμονο ενδιαφέρον για το απαιτούμενο «εθνικό σχέδιο» διεξόδου. Αυτό που μας συμβαίνει δεν είναι μια προφανής ταξική επίθεση, για να γυρίσει ο κόσμος ανάποδα, τώρα που οι στοχεύσεις του «εκσυγχρονισμού» -η απασχολησιμότητα, η εργασιακή «ευελιξία», το «χτύπημα των συντεχνιών» (στις οποίες, φυσικά, δεν περιλαμβάνεται ο ΣΕΒ, η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών και οι υπόλοιποι σεπτοί «παραγωγικοί» φορείς), ο «εξορθολογισμός του μισθολογικού κόστους» και ων ουκ έστιν αριθμός- επιτέλους για τους Έλληνες εργοδότες υλοποιούνται μαζί με τη μεγαλύτερη αναδιανομή εισοδήματος και πλούτου από την εποχή των μαυραγοριτών προγόνων τους. Όχι. Αυτό που μας συμβαίνει είναι αποτέλεσμα οικείων κακών, που ριζώνουν στον ανεπαρκή μας «εκσυγχρονισμό». Έτσι, το ουσιώδες δεν είναι η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, στο μέτρο που «η ελληνική κρίση ήταν αυτοτελής και ενδογενής» (
Τα Νέα, 30 Δεκεμβρίου 2011) και, επιπλέον, «το διπλό έλλειμμα, το δημοσιονομικό και του ισοζυγίου πληρωμών, προσγείωνε αναγκαστικά τη χώρα σε χαμηλότερα επίπεδα ανάπτυξης και εισοδημάτων». Όχι βέβαια κερδών και εργοδοτικών προσόδων ποικίλων τύπων.
Ισχυρίζομαι, λοιπόν, πως η ΔΗΜΑΡ, με αυτά ως εργαλεία, έχει μεγάλες δυνατότητες για σημαντικές εκλογικές επιδόσεις. Και είναι αναμενόμενο πως όλο και περισσότερο θα εγκαταλείπει τους πολιτικαντισμούς, προκειμένου να εκφράζεται με «υπευθυνότητα» και «ρεαλισμό» πάντοτε και παντού. Με αυτόν τον τρόπο, θα βάλει το δικό της λιθαράκι στην ανασύνταξη της πληττόμενης, αλλά όχι ηττημένης σήμερα αστικής ηγεμονίας.
Αλλά
και για μας ο μύθος ομιλεί. Και λέει πως οποιαδήποτε ιδέα ότι μπορούμε να διεμβολίσουμε προνομιακά το «χώρο του ΠΑΣΟΚ» με διάφορες τακτικές και μεθόδους είναι καταδικασμένη στο μέτρο που δεν αντιλαμβάνεται πως η μάχη για την ηγεμονία σήμερα, από μέρους της Αριστεράς, έχει θετικές πιθανότητες όταν επιλέγει την κοινωνική απεύθυνση χωρίς να αναζητεί προνομιακά πολιτικά ακροατήρια. Τέτοια απλώς δεν υπάρχουν ή αποδεικνύονται προνομιακά για άλλους. Η πρωτογενής κοινωνική έγκληση, λοιπόν, είναι αυτή που έχει τα φόντα να δημιουργήσει εκείνες τις συναρθρώσεις που θα κάνουν το σχέδιο της ανατροπής στ’ αλήθεια εφικτό. Αυτό κάναμε, όπως το κάναμε, μέχρι σήμερα και αυτό μας έδωσε την τωρινή μας δυναμική. Ας το κάνουμε καλύτερα, χωρίς φυσικά να αγνοούμε όλους όσοι μπορούν να μας βοηθήσουν σε αυτήν την προσπάθεια, διαμορφώνοντας μαζί μας ένα μεγάλο αντιμνημονιακό, αντινεοφιλελεύθερο –δηλαδή, «αντικεντροαριστερό»– μέτωπο.
Υ.Γ.: Στο άρθρο που προαναφέρθηκε, ο Βούλγαρης καταλήγοντας «καταγγέλλει» «τη νέα «μαγική λύση» της δραχμής που προτείνουν η «λαϊκή» Δεξιά, η συντηρητική Αριστερά, μεγάλα κανάλια και μερικές τράπεζες». Παραλείπει, βέβαια, να αξιολογήσει το γεγονός πως αντίθετοι στη «μαγική λύση» εμφανίζονται …η αντιλαϊκή Δεξιά, η νεοφιλελεύθερη οικονομική Ακροδεξιά διακομματικώς, ο ΣΕΒ και ο ΣΕΤΕ, άλλα μεγάλα κανάλια και περισσότερες από μερικές τράπεζες. Συντάσσεται, έτσι, με όσους έχουν επιλέξει να χρησιμοποιούν το νομισματικό δίλημμα-σκιάχτρο ως βασικό εργαλείο επιχειρηματολογικής (sic) πειθούς.
Το παράδοξο είναι πως στο ίδιο παιχνίδι επιλέγουν προνομιακά να εμπλέξουν την κοινωνική σύγκρουση και τμήματα της Αριστεράς. Που αδυνατούν να κατανοήσουν ότι η στάση τους είναι το καλύτερο δώρο στον αντίπαλο, στο μέτρο που μετατοπίζει τη διαμάχη από τα ζητήματα της ταξικής εκμετάλλευσης σε εκείνα της «ορθής αντίδρασης της χώρας». Ίσως, πάλι, να μην είναι παράδοξο. Αξίζει να το ξανασκεφτούμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου